Άρθρο του Νίκου Κυρτάτου

Από την εφημερίδα Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ Ιούνιος Αύγουστος 1992 Τεύχος 56-57

Στον μυχό του Αργολικού Κόλπου σχηματίζεται ο εκτενέστερος υγροβιότοπος τής Αργολίδας και της ανατολικής Πελοποννήσου. Ο υγροβιότοπος αυτός αποτελείται από:

1) μια σημαντική θαλάσσια έκταση (βάθους μέχρι 50 μέτρων) μεταξύ του ακρωτηρίου Κιβέρι και του Ναυπλίου,

2) τους παράκτιους αλμυρόβαλτους μεταξύ Ναυπλίου και Νέας Κίου,

3) μεγάλες εκτάσεις βάλτων σε υφάλμυρο περιβάλλον ευρισκόμενους προς το εσωτερικό της προλεχθείσας ζώνης,

4) μεγάλες εκτάσεις βάλτων σε γλυκό νερό στην ευρύτερη περιοχή γύρω από τη Νέα Κίο, βόρεια και δυτικά της και

5) μια σειρά από ρέματα και κανάλια που διασχίζουν τους βάλτους και εκβάλουν εν μέρει στον Αργολικό Κόλπο.

6)Πρόσφατα δημοσιεύματα στον τοπικό και στον αθηναϊκό Τύπο (π.χ. «Ελεύθερος Τύπος» της 17.7.92: σελ.30, «Εσπερινή" της 6.7.92: σελ. 1 και

7) αναφέρθηκαν σε ορισμένες νέες πράξεις, που συμβάλλουν στην υποβάθμιση του υγροβιοτόπου αυτού, την οικολογική αξία του οποίου εκθέσαμε σε μελέτες του ΚΕΘΠΕ (βλ. ιδίως ΚΥΡΤΑΤΟΣ, Ν. & Τ. (1990): Σημαντικοί υγροβιότοποι της Αργολίδας). Στις μελέτες αυτές δίνεται μια ιδέα για οικολογικές αλληλεξαρτήσεις, που επηρεάζουν σοβαρά την υδάτινη ισορροπία, τους πόρους ζωής, το κλίμα και τη ζωή του ανθρώπου. Σε περιοχές με εκτεταμένους, καλοδιατηρημένους υγροβιότοπους οι κλιματικές διακυμάνσεις απαλύνονται, υπάρχει δε επάρκεια αγαθών.

Ρουμάνι, Τημένιο

Εδώ θα μιλήσω ειδικότερα για τα θέματα που θίγουν τα πρόσφατα δημοσιεύματα, δηλαδή για τις νέες ανθρώπινες επεμβάσεις στα ποτάμια και κανάλια, που διασχίζουν τον βάλτο της Νέας Κίου (Ρουμάνι, Τημένιο). Σε γενικές γραμμές ισχύει ότι το φυσικό τοπίο, το οποίο προέκυψε μετά από μακροχρόνιες διεργασίες - μαζί με τα οικοσυστήματά του αντεπεξέρχεται καλύτερα στον ρόλο του.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση των υγροβιοτόπων της Νέας Κίου έχουμε να κάνουμε με ένα εκτεταμένο βάλτο, ένα μεγάλο μέρος του οποίου καλύπτεται από υγρόφιλη χαρακτηριστική χλωρίδα (καλαμιώνες κ.λπ.) και διασώζεται σε καλή κατάσταση, παρά τις άφθονες παλιές και νέες επεμβάσεις (όπως π.χ., γεωτρήσεις, εκχερσώσεις, μπαζώματα, αποστραγγίσεις κ.λπ.). Τα ακολούθως εκτιθεμένα ισχύουν και για τους άλλους παράκτιους πεδινούς βάλτους. Το οικοσύστημα του βάλτου σχηματίζεται και διατηρείται με τη βοήθεια της τοπικής υγρόφιλης βλάστησης, καθώς και του νερού και ιζημάτων (αργίλου, πηλού, που προμηθεύουν η γειτονική θάλασσα και τα ποτάμια που διασχίζουν τον βάλτο, π.χ. ο ποταμός Ερασίνος), που οδηγούν στη δημιουργία της χαρακτηριστικής χλωρίδας του βάλτου (καλάμια της λίμνης, διάφορα βούρλα κ.λπ.). Η θάλασσα και τα ποτάμια αυτά προμηθεύονται, με τη σειρά τους, οργανικές θρεπτικές ουσίες από τον βάλτο, που είναι απαραίτητες για την επιβίωση των δικών τους οικοσυστημάτων.

Το φυσικό σχήμα των ποταμών είναι μαιανδρώδες. Τις όχθες τους κοσμεί μια χαρακτηριστική χλωρίδα (που περιλαμβάνει ψαθιά, καλάμια της ρεματιάς, ιτιές, λεύκες, πλατάνια). Το ανώμαλο σχήμα της κοίτης και της όχθης των ποταμών μαζί με την ντόπια υγρόφιλη βλάστηση (χρειάζονται στα υγρόφιλα ζώα για τροφή, για φωλιές, κρυψώνες) οδηγούν. στην καλύτερη κατανομή του νερού, μειώνουν την ποσότητα που διέρχεται, το οξυγονώνουν και το διηθίζουν με τη βοήθεια και μικροοργανισμών που ζουν στις ρίζες των βούρλων κ.λπ., το καθαρίζουν δε από τα οργανικά λύματα, ακόμη και από επικίνδυνες φαινόλες.

Ένα απαραίτητο στοιχείο για τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας στους βάλτους αυτού του τύπου είναι οι περιοδικές πλημμύρες, που επιστρέφουν και πάλι τις οργανικές ύλες μαζί με το νερό στον βάλτο, βοηθώντας στη διατήρηση του δικού του οικοσυστήματος. Διοχέτευση περιορισμένων ποσοτήτων λυμάτων επεξεργάζεται καλύτερα η υγρόφιλη χλωρίδα του βάλτου και των ποταμών όταν υπάρχει σε μεγάλες εκτάσεις και διατηρείται η φύση σχετικώς απείραχτη (με το συνολικό φάσμα των βασικών τοπικών εμβίων όντων, με το φυσικό ανώμαλο σχήμα της όχθης και του βυθού).

Μεγάλες ποσότητες λυμάτων καταστρέφουν τη βλάστηση ή τουλάχιστον αλλοιώνουν τη σύνθεσή της, ωθώντας στην επικράτηση λιγότερων και ανθεκτικότερων ειδών. Έτσι μειώνεται η βιολογική ποικιλία και ανατρέπεται η οικολογική ισορροπία. Μέσα στο ίδιο το νερό δημιουργείται έλλειψη οξυγόνου, με αποτέλεσμα να νεκρώνεται η υδρόβια ζωή, ιδίως τα ψάρια και τα άλλα ανώτερα έμβια όντα με ανάλογες συνέπειες στην οικολογική ισορροπία και επιπτώσεις για τον άνθρωπο από τη ρύπανση των υδάτων, τη νέκρωση των ψαριών κ.λπ.

Τα αποστραγγιστικά κανάλια συνέβαλαν στη μερική αποστράγγιση του βάλτου. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την ευθυγράμμιση της όχθης και της κοίτης των ποταμών. Μετά από μια δυνατή βροχή, σε ένα φυσικό βάλτο, χωρίς κανάλια και με απείραχτο σχήμα ποταμών, μεγάλο μέρος από το νερό της βροχής διοχετεύεται στην παρόχθια χλωρίδα και στους γύρωθεν βάλτους με τα φυτά και το έδαφός τους, που το απορροφούν σαν σφουγγάρι, εμποδίζουν τις υπερβολικές πλημμύρες πέραν των ορίων τους και το αποθηκεύουν κοντά στην επιφάνεια και σε υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες. Αντίθετα, τα ευθυγραμμισμένα, βαθιά κανάλια - ακόμη χειρότερα τα τσιμεντοστρωμένα ωθούν με μεγάλη ορμή σε ελάχιστη ώρα, το νερό στη θάλασσα. Όταν έχει, μάλιστα, αφαιρεθεί η παρόχθια χλωρίδα των ρεμάτων και του βάλτου, δημιουργούνται καταστροφικές πλημμύρες, δυστυχήματα, απόπλυση εδαφών. Το καλοκαίρι, πάλι, δημιουργείται ξηρασία, καθότι δεν υπάρχει το αποθηκευμένο νερό, που αποδίδεται φυσιολογικά σταδιακά από τη χλωρίδα του βάλτου και των ρεμάτων. Επηρεάζεται δυσμενώς το τοπικό κλίμα, γίνεται πιο θερμόξηρο, ελλείψει νερού, πράγμα που επιτείνεται τόσο από την εξασθένηση και θανάτωση της υγρόφιλης βλάστησης (που της λείπει το νερό) όσο και από την εσκεμμένη αφαίρεσή της.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Χωρίς τον καλοδιατηρημένο βάλτο, την τοπική χλωρίδα και το νερό, δημιουργείται φαύλος κύκλος: καύσωνας και λειψυδρία το καλοκαίρι, πλημμύρες ή και παγετός τον χειμώνα, λιγοστεύουν οι βροχές και πέφτουν καταρρακτώδεις, κατεβαίνει ο υδάτινος ορίζοντας του εδάφους, εισβάλλει το νερό της θάλασσας στη θέση του ελλείποντος γλυκού νερού, χάνονται σπάνια και βασικά έμβια όντα και οικοσυστήματα, γίνεται επιρρεπέστερο το οικοσύστημα σε νέες επεμβάσεις, όπως π.χ. διοχέτευση λυμάτων, γεωτρήσεις, εκχερσώσεις, πλήττεται η υγεία των κατοίκων, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία, η οικονομία.

Μια σειρά από επεμβάσεις του ανθρώπου (μπαζώματα, αποτεφρώσεις της χλωρίδας, μαζική βοσκή, γεωτρήσεις, μαζικές καλλιέργειες, κατασκευή αποτραγγιστικών καναλιών) συνέβαλαν στην υποβάθμιση του βάλτου, στην εξασθένηση του οικοσυστήματος.

Στα κανάλια και ποτάμια με την υγρόφιλη βλάστηση βρήκαν, όμως, καταφύγιο μια σειρά από έμβια όντα {όπως π.χ. υδρόβια πτηνά, βατράχια, χέλια, άλλα ψάρια, νεροχελώνες), τα οποία κινδυνεύουν όταν αφαιρούνται τα ψαθιά κα τα καλάμια, τα οποία καθαρίζουν το νερό, το αποθηκεύουν και εμποδίζουν την πρόωρη διαρροή του και την εισβολή της θάλασσας.

Στο εξασθενημένο από ριζικές υποβαθμιτικές αλλαγές οικοσύστημα του βάλτου, των ποταμών και της θάλασσας, αποφέρουν ευκολότερα καίρια πλήγματα τα διοχετευόμενα χημικά και οργανικά λύματα εργοστασίων και οικισμών, με επιπτώσεις και στον άνθρωπο, όπως είδαμε. Η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί με επαναφορά στη φυσική τους κατάσταση μεγάλων εκτάσεων των υγροτόπων και της χλωρίδας τους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΓΚΑΤΖΙΟΣ, Α. (1992):Βιαστική παρέμβαση στο Τημένιο. Εσπερινή 6.7.92: σελίδα 1 και 7.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ (1992):Οικολογικό θρίλερ στον Αργολικό Κόλπο. Ελεύθερος Τύπος 17.7.92: σελίδα 30.

ΚΥΡΤΑΤΟΣ, Ν. & Τ. (1990):Σημαντικοί υγροβιότοποι της Αργολίδας. 46 σέλίδες ΚΕΘΠΕ. Μελέτη συνταχθείσα κατόπιν αιτήσεως της Νομαρχίας Αργολίδας.

ΚΥΡΤΑΤΟΣ, Ν. (1991-1992):0 υγροβιότοπος Ρουμάνι Νέας Κίου. Αναγέννηση (296): σελ. 1, 3 & 4. (299): σελ. 1-2.

ΔΩΡΟΒΙΝΗΣ, Β. (1991-1992): «Καταργείται» (με αυθαίρετα) ο υγροβιότοπος της Αργολίδας. Οικονομικός Ταχυδρόμος 4.4.91: σελ. 61-62, 27.6.91: σελ. 60, 8.10.91: σελ. 62, 30.4.92: σελ. 69.

ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ, Χ. (1991): Το τέλος ενός υγροβιότοπου.    Κυριακάτικη      Ελευθεροτυπία ·22.12.91: σελ. 45.

ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Κ. (1991): Σήμα κινδύνου για υγροβιότοπο στο Ναύπλιο. Η Καθημερινή 10.4.91: 1 σελ.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (1991-1992): Ενημερωτικό Δελτίο 190 έτος (Τεύχος 1), σελ. 2. (Τεύχος 2), σελ. 3. 200 έτος (Τεύχος 1): σελ. 2.